Δευτέρα 1 Μαΐου 2023

ΕΠΟ 10 - Δ' Γραπτή Εργασία | Ψυχρός Πόλεμος: ΗΠΑ - ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Ψυχρός Πόλεμος: ΗΠΑ - ΡΩΣΙΑ

Ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος επισφράγισε την αποδυνάμωση της διεθνούς θέσης της Ευρώπης, η οποία είχε ξεκινήσει με τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο.  H ερειπωμένη και αδύναμη Ευρώπη, έγινε αντικείμενο του ανταγωνισμού των δύο νέων και ισχυρών υπερδυνάμεων, των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης. (Παράρτημα, Χάρτης 1, 8)  Από τη μια πλευρά οι ΗΠΑ, διατηρώντας μια καπιταλιστική οικονομία και δημοκρατικό καθεστώς, από την άλλη η Σοβιετική Ένωση που ήταν ένα μονοκομματικό, σοσιαλιστικό κράτος.  H αμοιβαία δυσπιστία που προϋπήρχε μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, καθώς και η ιδεολογική τους αντιπαλότητα έμεινε γνωστή ως «Ψυχρός Πόλεμος».  Απόρροια αυτής της ψυχρής διαμάχης ήταν η διαίρεση της Ευρώπης.  Το «Σιδηρούν Παραπέτασμα», όπως χαρακτηριστικά είχε πει ο Τσόρτσιλ, δίχασε την Ευρώπη στο Δυτικό και στο Ανατολικό μπλοκ και αν κάποιος μελετήσει την ιστορία αντιλαμβάνεται ότι και από τα δύο μέρη δεν έλειψαν τα εσωτερικά προβλήματα, οι εντάσεις και οι δυσαρέσκειες. (Ράπτης, 1999, 229 ˙ Miller, 2018, 689)

Ο Ανατολικός Συνασπισμός (Ανατολικό Μπλοκ) απαρτιζόταν από χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες μετά τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου υιοθέτησαν σοσιαλιστικό καθεστώς.  Η κραταιά γεωπολιτική δύναμη του Ανατολικού Μπλόκ, η οποία είχε σοσιαλιστικό καθεστώς και πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν η Σοβιετική Ένωση.  Η Ευρώπη βρέθηκε διαιρεμένη στα δύο και οι αντίπαλοι του κάθε στρατοπέδου, είτε εκδιώχθηκαν είτε καταπιέστηκαν εντός του κάθε συνασπισμού.  Από το 1945 έως το 1949, οι διαφωνίες που προκύπταν για τα διεθνή πολιτικά ζητήματα, μεταξύ των άλλοτε συμμάχων, ήταν αγεφύρωτες.  Οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των φιλελεύθερων κρατών της Δύσης και των κομμουνιστικών της Ανατολής, ενίσχυαν την αντιπαλότητα καθώς πάντα υπήρχε η καχυποψία για έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο. (Ράπτης, 1999, 246)

Το καταπιεστικό σύστημα διακυβέρνησης του Ιωσήφ Στάλιν, δεν θύμιζε τίποτα από το παλιό επαναστατικό και ριζοσπαστικό.  Ο αυταρχισμός και ο συντηρητισμός ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά του σταλινισμού.  Κύριο μέλημα της πολιτικής του Στάλιν, ήταν η υπεροχή του μονοκομματισμού και βασικό του όραμα, ήταν ο ανασχηματισμός της ανατολικής Ευρώπης βάσει του σοβιετικού προτύπου.  Τα κράτη-δορυφόροι της Σοβιετικής Ένωσης υποχρεώθηκαν να ακολουθήσουν κοινή πολιτική και να έχουν τον κομμουνισμό ως κοινό ηγετικό κόμμα, με καθοδήγηση πάντα από τη Μόσχα.  Μολονότι, τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης παρουσίαζαν τεράστιες οικονομικές διαφορές μεταξύ τους, ανέπτυξαν πενταετή στρατηγικά σχέδια, προκειμένου να ταυτιστούν με την σοβιετική πολιτική.  Την ίδια στιγμή ο αγροτικός τομέας ασφυκτιούσε, υπό το καθεστώς της αγροτικής κολεκτιβοποίησης, με βαριά φορολογία, παρακράτηση δελτίων τροφίμων, μέχρι και διακρίσεις στα παιδιά των αγροτών, τα οποία δεν γίνονταν αποδεκτά σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. (Judt, 2005, 254-257)

Με τον κομμουνισμό να γιγαντώνεται στο ανατολικό μπλοκ, οι ΗΠΑ έβλεπαν τον κίνδυνο να πλησιάζει και να θίγει, είτε άμεσα είτε έμμεσα, τα συμφέροντά τους.  Το Σχέδιο Μάρσαλ που προτάθηκε το 1947 από τον υπουργό εξωτερικών Τζ. Μάρσαλ απευθυνόταν σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες και είχε σκοπό την ανασύνθεση της μεταπολεμικής Ευρώπης.  Η χορήγηση «αδελφικής» οικονομικής βοήθειας σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, έτσι ώστε να αποφευχθεί η οικονομική κατάρρευση και η πολιτική αποσταθεροποίησή τους, ήταν ουσιαστικά η πολιτική βάση του Δόγματος Τρούμαν. (Ράπτης, 1999, 232)

Σύσσωμη η ανατολική Ευρώπη απέρριψε την αμερικανική χορηγία, υπό την πίεση της Μόσχας, ενώ την κατέκρινε αφού προϋπόθεση για την αποδοχή της επιχορήγησης ήταν να παραμείνουν οι χώρες πολιτικά ελεύθερες.  Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, ιδρύεται από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης η Επιτροπή για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Συνεργασία/OEEC για τη διαχείριση του Σχέδιου Μάρσαλ και αμέσως μετά ακολουθεί η ίδρυση του Συμβουλίου Αμοιβαίας Οικονομικής Βοήθειας/COMECON από τις χώρες του Ανατολικού Μπλοκ, για την ταύτιση των οικονομιών με τις προτεραιότητες της σοβιετικής οικονομίας.  Η ίδρυση του ΝΑΤΟ το 1949, το οποίο λειτουργούσε ως ο αμυντικός μηχανισμός που θωράκισε τις χώρες της δυτικής Ευρώπης από μια πιθανή σοβιετική επίθεση, ενέτεινε ακόμα περισσότερο το ψυχροπολεμικό κλίμα που ήδη είχε κλιμακωθεί.  Την ίδια χρονιά, η διαίρεση της Γερμανίας, σε Δυτική και Ανατολική, επιβεβαίωσε τον διπολισμό που επικρατούσε στην Ευρώπη.  (Παράρτημα, Χάρτης 2, 9 ˙ Ράπτης, 1999, 232)

Ο θάνατος του Στάλιν το 1953, σηματοδότησε την ύφεση του ψυχροπολεμικού κλίματος που επικρατούσε.  Ο Νικίτα Χρουστσόφ, ο οποίος το 1955 είχε εκλεχθεί γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ, ανέλαβε πρωθυπουργός της χώρας το 1958.  Η ειρηνική συνύπαρξη στο εξωτερικό ήταν βασική προϋπόθεση για την υλοποίηση του οράματός του Χρουστσόφ, ώστε να αποκατασταθεί το κλίμα ευημερίας στη Σοβιετική Ένωση.  Ο ίδιος κατάφερε να εξομαλύνει τις σχέσεις με την Γιουγκοσλαβία του Τίτο, ενώ παράλληλα απελευθέρωσε και ανεξαρτητοποίησε το Αυστριακό κράτος.  Η πολιτική του Χρουστσόφ και το νέο κλίμα που επικρατούσε, γέννησε ελπίδες φιλελευθεροποίησης και αποδέσμευσης από τον σοβιετικό κλοιό.  Όμως η Μόσχα είχε διαφορετική άποψη, καθώς ήταν καθέτως αντίθετη τόσο προς την απόσπαση των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών όσο και προς την άρνηση αξιώσεως τον κομμουνιστικών κομμάτων. (Ράπτης, 1999, 234, 242 ˙ Miller, 2018, 695)

Στην Πολωνία, όπου από το 1945 είχε επικρατήσει ένα σταλινικό καθεστώς, συνέχιζε πάντα να υποβόσκει το μίσος προς τη Ρωσία.  Ο πολωνικός λαός δεν ξεχνούσε ότι η Ρωσία βοήθησε τους Γερμανούς τον Αύγουστο του 1944, ώστε να προχωρήσουν στη βίαιη καταστολή της πολωνικής εξέγερσης στη Βαρσοβία, με αποτέλεσμα να παταχθεί ο εθνικισμός.  Έτσι, τον Ιούνιο του 1956 το απεργιακό κύμα που ήταν σε εξέλιξη, ένωσε τις δυνάμεις διανοούμενων, εργατών και Ρωμαιοκαθολικών.  Το κομμουνιστικό κόμμα της Πολωνίας πρότεινε στον Γκομούλκα να γίνει Γενικός Γραμματέας.  Η Ρωσία συμφώνησε αρχικά σε αυτό όμως εν συνεχεία κατάφερε να πάρει την ανταμοιβή της, με την υπογραφή συμφωνίας με τη νέα κυβέρνηση, για διατήρηση στρατού στην Πολωνία. (Miller, 2018, 700-701)

Η διακήρυξη της ουδετερότητας της Ουγγαρίας από τον Νάγκυ, σε συνδυασμό με την εξαγγελία ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων προκάλεσε, για ακόμα μια φορά, την οργή της Μόσχας.  Η ουγγρική εξέγερση που ξέσπασε το 1956 στη Βουδαπέστη, άναψε το πράσινο φως στα σοβιετικά στρατεύματα για μια αιματηρή καταστολή.  (Ράπτης, 1999, 242 ˙Miller, 2018, 701)

Η Ρουμανία, από την άλλη, ακολούθησε μια τελείως διαφορετική πορεία.  Έχοντας ως ηγέτη τον Νικολάε Τσαουσέσκου, ο οποίος χρησιμοποιώντας την εξαιρετική του διπλωματική ικανότητα, κατάφερε να αποκρύψει από το λαό την πραγματική κατάσταση της οικονομίας της χώρας ενώ ταυτόχρονα είχε επιβάλλει μια επιμελώς κεκαλυμμένη τυραννία.  Την στιγμή που η Ρουμανία διατηρούσε ένα δυσβάσταχτο χρέος προς τη Δύση, με τεράστιες ελλείψεις τροφίμων και καταναλωτικών αγαθών, ο Τσαουσέσκου έθεσε σε ισχύ διάταγμα για αύξηση του πληθυσμού, το οποίο κατά τον ίδιον θα οδηγούσε σε άνθιση της οικονομίας της χώρας.  Σε συνεργασία με την αστυνομία ξεκίνησε εκστρατεία κατά των αμβλώσεων και των μέτρων αντισύλληψης.  Αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας ήταν μεν η αύξηση του πληθυσμού της Ρουμανίας, όμως το τίμημα ήταν η δημιουργία τεράστιας οικονομικής εξαθλίωσης, ιδιαίτερα στις πολύτεκνες οικογένειες. (Ράπτης, 1999, 242 ˙Miller, 2018, 702-703)

Δώδεκα χρόνια μετά από την αιματηρή επέμβαση των σοβιετικών τανκς στη Βουδαπέστη, σειρά είχε η Πράγα.  Έπειτα από την αντικατάσταση του Νοβότνι από τον Ντούμπτσεκ και λόγω της έντονης δυσαρέσκειας για το πολιτικό σύστημα, είχαν ήδη ξεκινήσει συζητήσεις για φιλελευθεροποίηση της οικονομίας.  Το Πρόγραμμα Δράσης που κατατέθηκε το 1968, το οποίο περιλάμβανε διατήρηση του κομμουνιστικού καθεστώτος, με αναβίωση όμως του Κοινοβουλίου, δίνοντας ελευθερίες σε διανοούμενους καθώς και σε άλλα κόμματα, χαρακτηρίστηκε ως «μολυσματικό».  Η εισβολή των σοβιετικών τανκς, έγινε στις 20 Αυγούστου, με συμμετοχή των ανατολικογερμανικών, βουλγαρικών και ουγγρικών στρατευμάτων.  Η αντίσταση των Τσέχων χαρακτηρίστηκε ως παθητική, αποτρέποντας την αιματοχυσία.  Ο Ντούμπτσεκ, έπειτα από πίεση των σοβιετικών, παρέδωσε την εξουσία στον διαλλακτικό Γκουστάβ Χουζάκ. (Ράπτης, 1999, 243 ˙Miller, 2018, 704-705)

Στην Πολωνία η οικονομική κρίση που μάστιζε τη χώρα σε συνδυασμό με τις μεγάλες ελλείψεις σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, ήταν από τις βασικές αιτίες για τις αναταραχές που είχαν ξεσπάσει κυρίως κατά της κυβέρνησης.  Το κλίμα επιδεινώθηκε, όταν το 1980 με το αναγνωρισμένο πλέον δικαίωμα της απεργίας, το κίνημα «Αλληλεγγύη» με αρχηγό τον απολυμένο εργάτη των ναυπηγείων του Γκντανσκ, Λεχ Βαλέσα, κατέβηκε σε απεργία.  Σε αντίθεση με την Τσεχοσλοβακία, όπου η υποστήριξη της εξέγερσης προερχόταν αποκλειστικά από τις ομάδες των διανοούμενων, εδώ η απεργία υποστηρίχτηκε από τους εργαζόμενους όλης της χώρας.  Τα αιτήματά τους εκτός από οικονομικά ήταν και πολιτικά.  Η Σοβιετική Ένωση χαρακτήρισε τα αιτήματα απαράδεκτα και ανέλαβε δράση μέσω ανθρώπων εμπιστοσύνης του πολωνικού στρατού, οι οποίοι ανέβηκαν στην εξουσία και αφού συνέλαβαν τους αρχηγούς του κινήματος τοποθέτησαν για πρωθυπουργό τον στρατηγό Γιαρουζέλσκι.  Καθώς η απόσχιση της Πολωνίας από την Σοβιετική Ένωση μόνο προβλήματα θα επέφερε, η Καθολική Εκκλησία, η οποία είχε την υποστήριξη σχεδόν ολόκληρης της χώρας, έδωσε τη λύση με μια σιωπηρή συμφωνία με τους κομμουνιστές, εδραιώνοντας μια ήπιας μορφής δικτατορία. (Ράπτης, 1999, 243 ˙Miller, 2018, 706-707)

Το 1985, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ένθερμος υποστηρικτής της αποσταλινοποίησης, ανέλαβε την ηγεσία της Ρωσίας, έχοντας κύριο όραμα τον συνδυασμό γκλάσνοστ και περεστρόικα (διαφάνεια και ανασυγκρότηση). Οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν άμεσα από τον Γκορμπατσόφ, στα πλαίσια του προγράμματος ανασυγκρότησης, είχαν να κάνουν με την αναδιάρθρωση του κομμουνιστικού καθεστώτος, έχοντας σκοπό την εξυγίανση του βιοτικού επιπέδου.  Παράλληλα, η διαφάνεια που προώθησε είχε να κάνει με την αρχή της ελευθερίας του λόγου και του τύπου. (Ράπτης, 1999, 243-244 ˙Miller, 2018, 711)

Δυστυχώς, οι μεταρρυθμίσεις αυτές απέτυχαν παταγωδώς, αφού η χώρα διένυε από καιρό μια κατάσταση οικονομικής εξαθλίωσης, ενώ οι στόχοι πειθαρχίας του Γκορμπατσόφ δεν επετεύχθησαν, καθώς το σύστημα ήταν ήδη σαθρό.  Επιπλέον, ο Γκορμπατσόφ βρέθηκε αντιμέτωπος με τις μεταρρυθμίσεις που ο ίδιος πρότεινε, όταν τα κράτη-δορυφόροι της Σοβιετικής Ένωσης ακολούθησαν το δρόμο των μεταρρυθμίσεων, αφού οι λαοί τους ασφυκτιούσαν και απαιτούσαν περισσότερη ελευθερία και την αποτίναξη του σοβιετικού ζυγού. (Miller, 2018, 713-714)

Στην Πολωνία, ο Γιαρουζέλκι δεχόταν πιέσεις από τον Γκορμπατσόφ για μεταρρυθμίσεις.  Η χώρα είχε διχαστεί, από τη μία στους υποστηρικτές της «Αλληλεγγύης» και από την άλλη σε αυτούς που υποστήριζαν τον «εμπορικό πλουραλισμό».  Στις εκλογές του 1989 καταψηφίστηκε ο κομμουνισμός και ξεκίνησε η αποσύνθεση του Κόμματος.  Μετά την παραίτηση του Γιαρουζέλσκι, τον Νοέμβριο του 1990 ο Βαλέσα εξελέγη πρόεδρος. Στην Ουγγαρία, το καθεστώς άλλαξε λόγω του αντίκτυπου που είχε ο Νέος Οικονομικός Μηχανισμός, ο οποίος ωφέλησε τους επιχειρηματίες και τους αγρότες αλλά όχι τους εργάτες των βιομηχανιών.  Το 1989, νομιμοποιήθηκαν οι διαδηλώσεις, πήρε έγκριση η ελεύθερη αγορά και άνοιξαν τα σύνορα με την Αυστρία, χώρα με πληθώρα δυτικών αγαθών. Στην Τσεχοσλοβακία, έλαβε χώρα η επονομαζόμενη «βελούδινη επανάσταση».  Το καταπιεστικό καθεστώς του Χουζάκ έπεσε και σε αυτό συνέβαλλαν: α) οι ομάδες αντιπολιτευόμενων φοιτητών και διανοούμενων, β) η Καθολική Εκκλησία ασκώντας κριτική, η οποία είχε ως επίκεντρο τα ανθρώπινα δικαιώματα και γ) τα αυτόβουλα συλλαλητήρια νέων ανθρώπων στην Πράγα το 1989. (Miller, 2018, 723-725)

Όλες οι επαναστάσεις στις χώρες-δορυφόρους της Σοβιετικής Ένωσης είχαν ειρηνικό χαρακτήρα εκτός από τη Ρουμανία, όπου το ζεύγος Τσαουσέσκου εκτελέστηκε ανήμερα Χριστουγέννων του 1989.  Έως το 1991, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες αντικατέστησαν τα κομμουνιστικά καθεστώτα και σε συνδυασμό με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης χαρακτηρίστηκε ως μια ανέλπιστη νίκη, όπου ωστόσο υπέβοσκαν αρκετές δυσκολίες. (Berindei, 2003, 405)

Εν κατακλείδι, αναφορικά με το διάστημα 1945-1985, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως μια περίοδο «ψυχρής ειρήνης», αφού άτυπα θεσπίστηκε μια Ευρωπαϊκή ισορροπία ισχύος, η οποία διατηρήθηκε, αφού κανένα από τα δύο αντίπαλα μπλοκ δεν προχώρησε σε επέκταση κυριαρχίας.  Παρ’ όλα αυτά, μελετώντας την ιστορία μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, δε θα μπορούσαμε να αφήσουμε ασχολίαστο το γεγονός ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Σοβιετική Ένωση, δεν διαφοροποιήθηκαν ιδιαίτερα από την λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου έως την κατάρρευσή της.  Η οικονομία της χώρας βρισκόταν πάντα σε υπανάπτυκτο στάδιο και οι κακές κυβερνήσεις δεν έλειψαν ποτέ.  Τρανταχτό παράδειγμα δεν είναι άλλο από την αποτυχία της διακυβέρνησης Γκορμπατσόφ.  Η κατάρρευση των καθεστώτων έφερε στο φως τη σαθρότητα του υποβάθρου, στο οποίο στηριζόταν η ηγεμονία της Σοβιετικής Ένωσης και ταυτόχρονα την πλήρη αποτυχία του σοβιετικού οικονομικού μοντέλου.-

 

Βιβλιογραφία

Κ. Ράπτης, Γενική ιστορία της Ευρώπης κατά τον 19ο και τον 20ο αι., τ. Β, Πάτρα, 1999.

S. T. MillerΝεότερη και σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορίαGutenberg, Αθήνα, 2018.

D. Berindei, «Προς μια ευρωπαϊκή νέα τάξη», στο Ε. Αρβελέρ–Μ. Aymard (επιμ.), Οι Ευρωπαίοι, τ. Β΄, Νεότερη και Σύγχρονη Εποχή, Σαββάλας, Αθήνα 2003.

T. Judt, Η Ευρώπη μετά τον πόλεμο, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2012.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Β' ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ | ΕΠΟ 22

  Β’ Γραπτή Εργασία | ΕΠΟ 22 – ΗΛΕ43     Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης εντοπίζουν την αφετηρία του φιλοσοφικού στοχασμού στο «θαυμάζειν». Σ...